Η ΤτΕ προβλέπει άνοδο του ΑΕΠ κατά 4,2% φέτος & 5,3% το 2022

Photo Tumisu Pixabay

Η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) δημοσιοποιήσε σήμερα 28/6 την Έκθεση Νομισματικής Πολιτικής γΙΑ την ελληνική οικονομία. Σύμφωνα με την έκθεση διατηρεί αμετάβλητη στο 4,2% την πρόβλεψη της για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Ωστόσο εκτιμά ότι η ανάκαμψη αναμένεται να είναι ιδιαίτερα δυναμική το δεύτερο εξάμηνο του 2021, ως αποτέλεσμα της εγχώριας ζήτησης που είχε περιοριστεί, της έναρξης των έργων του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και της αναμενόμενης αύξησης των τουριστικών εισπράξεων σε σχέση με το 2020. Το 2022 και το 2023 ο ρυθμός μεταβολής της οικονομικής δραστηριότητας προβλέπεται ότι θα διαμορφωθεί σε 5,3% (από 4,8% που ήταν η προηγούμενη πρόβλεψη) και 3,9% αντίστοιχα..

Αναλυτικότερα η έκθεση της Τράπεζα της Ελλάδος αναφέρει ότι όσον αφορά την ελληνική οικονομία, τα μέτρα στήριξης που έχουν ληφθεί σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο επέδρασαν θετικά και περιόρισαν τις επιπτώσεις της πανδημίας κατά το α΄ τρίμηνο του 2021. Η σταδιακή διεύρυνση του εμβολιαστικού προγράμματος σε περισσότερες ηλικιακές ομάδες και η επιτάχυνσή του από το Μάιο του 2021 καθώς και η  ενεργοποίηση του ευρωπαϊκού μέσου ανάκαμψης Next Generation EU (NGEU) δημιουργούν προοπτικές αύξησης των επενδύσεων και επιτάχυνσης της ανάκαμψης.

Ηπιότερη του αναμενομένου ύφεση το α΄ τρίμηνο του 2021 

Στη διάρκεια του 2020 και κατά το α΄ τρίμηνο του 2021, η οικονομική δραστηριότητα υποχώρησε σημαντικά, εξαιτίας της πανδημίας και των μέτρων για τον περιορισμό της. Το πραγματικό ΑΕΠ συρρικνώθηκε κατά 8,2% το 2020, κυρίως λόγω της κάμψης των εξαγωγών υπηρεσιών και της ιδιωτικής κατανάλωσης. Αντίθετα, η ανθεκτικότητα που επέδειξαν οι εξαγωγές αγαθών, η μείωση των εισαγωγών και η αύξηση της δημόσιας κατανάλωσης μετρίασαν έως ένα βαθμό τις απώλειες. Τα πολλαπλά δημοσιονομικά μέτρα που ελήφθησαν, μέρος των οποίων παραμένει σε ισχύ, σε συνδυασμό με τις δράσεις πολιτικής των ευρωπαϊκών θεσμών, περιόρισαν σημαντικά τις επιπτώσεις της πανδημίας και οδήγησαν στη σταδιακή προσαρμογή της οικονομίας στις νέες συνθήκες

Ειδικότερα, η παράταση και η αυστηροποίηση των περιοριστικών μέτρων για την ανάσχεση του τρίτου κύματος της πανδημίας οδήγησαν σε πτώση της οικονομικής δραστηριότητας κατά 2,3% σε ετήσια βάση το α΄ τρίμηνο του 2021. Ωστόσο, η πτώση αυτή ήταν μικρότερη από ό,τι αναμενόταν, λόγω της συνέχισης και διεύρυνσης των μέτρων στήριξης και της θετικής πορείας των επενδύσεων και των εξαγωγών αγαθών.

4,2% ανάπτυξη το 2021 & 5,3% – 3,9% το 2022 και το 2023

Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Τράπεζας της Ελλάδος, το 2021 η οικονομική δραστηριότητα αναμένεται να αυξηθεί με ρυθμό 4,2%. Η ανάκαμψη αναμένεται να είναι ιδιαίτερα δυναμική το δεύτερο εξάμηνο του 2021, ως αποτέλεσμα της εγχώριας ζήτησης που είχε περιοριστεί, της έναρξης των έργων του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και της αναμενόμενης αύξησης των τουριστικών εισπράξεων σε σχέση με το 2020. Το 2022 και το 2023 ο ρυθμός μεταβολής της οικονομικής δραστηριότητας προβλέπεται ότι θα διαμορφωθεί σε 5,3% και 3,9% αντίστοιχα.

Η αύξηση της αποταμίευσης που έλαβε χώρα όλο το προηγούμενο διάστημα τόσο για λόγους πρόνοιας όσο και εξαιτίας των περιοριστικών μέτρων και η πραγματοποίηση αγορών που είχαν αναβληθεί εκτιμάται ότι θα συμβάλουν θετικά στην αύξηση της ιδιωτικής καταναλωτικής δαπάνης το τρέχον έτος.

Οι επενδύσεις εκτιμάται ότι θα ενισχυθούν σημαντικά καθ’ όλη την περίοδο πρόβλεψης. Καθοριστικό ρόλο αναμένεται να παίξουν οι ευρωπαϊκοί πόροι, οι οποίοι θα χρηματοδοτήσουν δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις με κύριους στόχους την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση της οικονομίας.

Οι εξαγωγές αγαθών προβλέπεται ότι θα συνεχίσουν να αυξάνονται, εξαιτίας της ενίσχυσης της εξωτερικής ζήτησης. Οι εξαγωγές υπηρεσιών εκτιμάται ότι θα κινηθούν ανοδικά το τρέχον έτος, καθώς οι τουριστικές εισπράξεις θα ανακάμψουν μερικώς, ενώ και η ζήτηση ναυτιλιακών υπηρεσιών θα σημειώσει αύξηση, συμβαδίζοντας με την εξέλιξη της παγκόσμιας οικονομίας και την ανάκαμψη του διεθνούς εμπορίου.

Ο πληθωρισμός με βάση τον εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή εκτιμάται ότι θα παραμείνει αρνητικός και το 2021, κυρίως λόγω των υπηρεσιών, ιδιαίτερα του τουρισμού, και των αυστηρών περιοριστικών μέτρων που επιβλήθηκαν τους πρώτους μήνες του έτους και τα οποία επηρέασαν τόσο τη ζήτηση όσο και την προσφορά αγαθών και υπηρεσιών. Το 2022 και το 2023 ο γενικός δείκτης θα καταγράψει θετικό αλλά χαμηλό ρυθμό μεταβολής.

Οι προβλέψεις υπόκεινται σε κινδύνους και αβεβαιότητες

Οι προβλέψεις υπόκεινται σε κινδύνους, οι οποίοι σχετίζονται με την εξέλιξη της πανδημίας σε εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο. Παρά το γεγονός ότι το εμβολιαστικό πρόγραμμα εξελίσσεται ομαλά, η εξάπλωση των μεταλλάξεων του κορωνοϊού αποτελεί πηγή αβεβαιότητας και τυχόν επιδείνωση της πανδημίας θα μπορούσε να οδηγήσει σε υποτονική τουριστική περίοδο και να καθυστερήσει την επιστροφή στην κανονικότητα. Η άρση των μέτρων στήριξης της οικονομίας σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο θα μπορούσε να οδηγήσει σε πτωχεύσεις ορισμένων επιχειρήσεων, ιδιαίτερα σε κλάδους που έχουν πληγεί από την πανδημία, σε αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) και σε επιδείνωση της αγοράς εργασίας. Ένας επιπλέον κίνδυνος πηγάζει από μια ενδεχόμενη καθυστέρηση στην απορρόφηση των πόρων του ευρωπαϊκού μέσου ανάκαμψης.

Από την άλλη πλευρά, η ταχύτερη υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων και η πλήρης απορρόφηση και αποτελεσματική αξιοποίηση των ευρωπαϊκών πόρων είναι δυνατόν να οδηγήσουν σε μεγαλύτερη αύξηση των επενδύσεων και ταχύτερη οικονομική ανάκαμψη κατά την περίοδο πρόβλεψης. Παράλληλα, λαμβάνοντας υπόψη την αξιοσημείωτη βελτίωση του δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης τους τελευταίους μήνες, στο προσεχές διάστημα είναι πιθανό τα νοικοκυριά να αυξήσουν την κατανάλωσή τους σε σημαντικά μεγαλύτερο βαθμό του αναμενομένου, αξιοποιώντας τις αποταμιεύσεις που έχουν συσσωρεύσει για λόγους πρόνοιας και εξαιτίας της αναγκαστικής αναβολής καταναλωτικών δαπανών ως αποτέλεσμα των περιοριστικών μέτρων.

Στο εξωτερικό περιβάλλον, τυχόν γεωπολιτικές εντάσεις στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου ενδέχεται να οξύνουν την προσφυγική κρίση και να επηρεάσουν το οικονομικό κλίμα και τις επενδύσεις.

Παρά τους κινδύνους και την αβεβαιότητα για τη μελλοντική πορεία της οικονομίας, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος, τα θετικά αποτελέσματα που απορρέουν από την έγκαιρη και πλήρη αξιοποίηση των ευρωπαϊκών πόρων θεωρούνται πιο πιθανά σε σχέση με τους καθοδικούς κινδύνους, τόσο σε βραχυπρόθεσμο όσο και σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα. Κατά συνέπεια, είναι εφικτή μια καλύτερη του αναμενομένου πορεία της οικονομίας την περίοδο 2021-2023.

Τραπεζικό σύστημα – Καταγραφή ζημιών το α΄ τρίμηνο του 2021 

Το α΄ τρίμηνο του 2021, οι τράπεζες, συνολικά, κατέγραψαν ζημίες (όπως και το 2020). Παρότι τα καθαρά έσοδα εμφάνισαν αύξηση, ωστόσο, μετά το σχηματισμό προβλέψεων για τον πιστωτικό κίνδυνο (οι οποίες αντανακλούν κυρίως τις ζημίες συνεπεία της προγραμματισμένης πώλησης μεγάλου όγκου μη εξυπηρετούμενων δανείων μιας συστημικής τράπεζας), προέκυψαν ζημίες σε επίπεδο συστήματος. Όσον αφορά την κεφαλαιακή επάρκεια, το α΄ τρίμηνο του 2021 τόσο ο Δείκτης Κεφαλαίου Κοινών Μετοχών (Common Equity Tier 1 – CET1) όσο και ο Δείκτης Κεφαλαιακής Επάρκειας σε ενοποιημένη βάση υποχώρησαν ελαφρώς σε σύγκριση με το 2020, αλλά παρέμειναν σε ικανοποιητικό επίπεδο (13,6% και 15,6% αντίστοιχα στο τέλος Μαρτίου του 2021). Ωστόσο, υπολείπονται πλέον του ευρωπαϊκού μέσου όρου

Οριακή αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων το α΄ τρίμηνο του 2021 – Αναμένεται περαιτέρω αύξηση λόγω της πανδημίας 

Μετά την υποχώρηση που εμφάνισε το υπόλοιπο των ΜΕΔ το 2020, κυρίως λόγω των πωλήσεων δανείων στο πλαίσιο αξιοποίησης του προγράμματος παροχής κρατικής εγγύησης σε τιτλοποιήσεις δανείων πιστωτικών ιδρυμάτων, γνωστού με την ονομασία «Ηρακλής», οριακή αύξηση παρατηρήθηκε το α΄ τρίμηνο του 2021. Το υπόλοιπο των ΜΕΔ στο τέλος Μαρτίου του 2021 ανήλθε σε 47,3 δισεκ. ευρώ. Ο λόγος των ΜΕΔ προς το σύνολο των δανείων παρέμεινε υψηλός (30,3%) στο τέλος Μαρτίου του 2021, σχεδόν δωδεκαπλάσιος του αντίστοιχου λόγου για τις τράπεζες που εποπτεύονται από τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό στη ζώνη του ευρώ.

Προκλήσεις

Η ελληνική οικονομία εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις σε βραχυπρόθεσμο και μεσομακροπρόθεσμο ορίζοντα. Βραχυπρόθεσμα, η κύρια πρόκληση σχετίζεται με τον έλεγχο της πανδημίας και την επάνοδο σε σταθερή αναπτυξιακή τροχιά.

Σε μεσομακροπρόθεσμο ορίζοντα, η πανδημία ανέδειξε νέες προκλήσεις και επέτεινε προϋπάρχουσες μακροοικονομικές ανισορροπίες, οι οποίες σχετίζονται με τα διαχρονικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας. Οι προκλήσεις αυτές είναι:

Η επιστροφή της ελληνικής οικονομίας σε μια κατάσταση δίδυμων ελλειμμάτων, σε συνδυασμό με τη διόγκωση του ιδιωτικού και δημόσιου χρέους, αυξάνει τους κινδύνους και μπορεί να δυσχεράνει την επίτευξη των στόχων του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.

Η λήξη του έκτακτου λόγω της πανδημίας προγράμματος αγοράς τίτλων της ΕΚΤ θα μπορούσε να ασκήσει ανοδικές πιέσεις στο κόστος δανεισμού του Ελληνικού Δημοσίου αν έως τότε η πιστοληπτική αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας υπολείπεται της επενδυτικής βαθμίδας.

Οι τράπεζες συνεχίζουν να επιβαρύνονται από ένα υψηλό απόθεμα ΜΕΔ, τα οποία αναμένεται να αυξηθούν μετά τη λήξη των μέτρων στήριξης. Παράλληλα, η κεφαλαιακή βάση των τραπεζών αναμένεται να αποδυναμωθεί περαιτέρω ως αποτέλεσμα της ακολουθούμενης πολιτικής μείωσης των ΜΕΔ.

Η διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας παραμένει συγκριτικά χαμηλή, παρά τη βελτίωση σε ορισμένους τομείς.

Η ανεργία παραμένει σε υψηλά επίπεδα και ενδέχεται να αυξηθεί μετά την άρση των μέτρων στήριξης, ιδιαίτερα σε κλάδους υπηρεσιών που επηρεάστηκαν αρνητικά από την πανδημία. Καθώς η πανδημία οδηγεί σε αλλαγές των καταναλωτικών προτύπων, η ανάκαμψη στους κλάδους αυτούς ενδέχεται να καθυστερήσει, με κίνδυνο η ανεργία να μετατραπεί σε διαρθρωτικό φαινόμενο.

Το υψηλό επενδυτικό κενό της προηγούμενης δεκαετίας περιορίζει τις μακροπρόθεσμες προοπτικές της οικονομίας.

Προϋποθέσεις για την επιτάχυνση της ανάκαμψης και τον παραγωγικό μετασχηματισμό της οικονομίας

Η επιστροφή σε σταθερή αναπτυξιακή τροχιά συναρτάται με τον περιορισμό της πανδημίας, με το άνοιγμα όλων των επαγγελματικών δραστηριοτήτων και με την άρση των ταξιδιωτικών περιορισμών προκειμένου να αυξηθεί η τουριστική δραστηριότητα σύμφωνα με τις προσδοκίες. Κρίσιμη παράμετρος για τον έλεγχο της πανδημίας και τη διατηρήσιμη ανάκαμψη είναι η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη εμβολιαστική κάλυψη του πληθυσμού.

Επισημαίνεται ότι η βιωσιμότητα πολλών επιχειρήσεων και θέσεων εργασίας ενδέχεται να απειληθεί μετά το τέλος της πανδημίας, τόσο με την άρση των διευκολύνσεων που παρέχονται έως τώρα από το πιστωτικό σύστημα όσο και με την απόσυρση των κρατικών προγραμμάτων στήριξης επιχειρήσεων και εργαζομένων.

Παράλληλα, η υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων που συνδέονται με το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας καθώς και η επιτάχυνση του προγράμματος των ιδιωτικοποιήσεων, η υλοποίηση του οποίου καθυστέρησε στη διάρκεια της πανδημίας, θα συμβάλουν στην άνοδο του πραγματικού ΑΕΠ και της συνολικής παραγωγικότητας της οικονομίας σε βάθος χρόνου.

Βασική προϋπόθεση για τη στήριξη της αναπτυξιακής προσπάθειας και την επίτευξη των στόχων του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας είναι η εύρυθμη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος, προκειμένου να είναι σε θέση να χρηματοδοτήσει υγιείς επιχειρήσεις μετά την πανδημία. Αυτό απαιτεί:

  • την αντιμετώπιση των υφιστάμενων ΜΕΔ και όσων δημιουργηθούν μετά την άρση των μέτρων στήριξης της οικονομίας,
  • την αναθεώρηση των προβλέψεων των τραπεζών για τον πιστωτικό κίνδυνο,
  • την ουσιαστική ενεργοποίηση του νέου πτωχευτικού κώδικα, που θα συμβάλει στη βελτίωση της ποιότητας του ενεργητικού των τραπεζών και στην αναδιάρθρωση βιώσιμων επιχειρήσεων,
  • την αντιμετώπιση του υψηλού ποσοστού της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης στα ίδια κεφάλαια και
  • την ενίσχυση της κεφαλαιακής βάσης των τραπεζών.

Παρά τις θετικές μεσομακροπρόθεσμες προοπτικές, η ελληνική οικονομία αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις και ανισορροπίες, οι οποίες επιδεινώθηκαν από την πανδημία. Το γεγονός αυτό απαιτεί εγρήγορση, σύμπλευση των πολιτικών δυνάμεων και εντατικοποίηση των προσπαθειών προκειμένου να υλοποιηθεί ο παραγωγικός μετασχηματισμός της οικονομίας. Από αυτή την άποψη, το ευρωπαϊκό μέσο ανάκαμψης αποτελεί μια μεγάλη ευκαιρία.

Δείτε εδώ το πλήρες κείμενο της Έκθεσης της Τράπεζας της Ελλάδος