Η υγειονομική κρίση που διανύουμε σε συνδυασμό με τα αναγκαία μέτρα της ελληνικής κυβέρνησης για τον περιορισμό της πανδημίας, έχει αδιαμφισβήτητα επηρεάσει και τον χώρο του real estate. Όπως εκτιμούν μάλιστα οι παράγοντες της κτηματαγοράς, μετά το πέρας της υγειονομικής κρίσης, η «νέα κανονικότητα» δεν θα είναι όπως την ξέραμε έως σήμερα.
Ωστόσο, αυτές είναι γενικές διαπιστώσεις, που όχι μόνο δεν μπορούν να θεωρηθούν δυσοίωνες προβλέψεις για το μέλλον του ελληνικού real estate, αλλά αντιθέτως με μια ψύχραιμη ματιά, αντιλαμβανόμαστε πως συνέβαλαν στην διαμόρφωση των κατάλληλων συνθηκών που επιτάχυναν την πτώση των παραδοσιακών επιχειρηματικών διαδικασιών και οδήγησαν στην ταχύτερη αποδοχή της τεχνολογίας και του digital transformation.
Στα θετικά λοιπόν, της επόμενης ημέρας καταγράφεται ξεκάθαρα, πως η εξέλιξη των πραγμάτων στην αγορά ακινήτων και η ψηφιακή ωρίμανση που πρέπει να επέλθει, δεν αποτελούν πλέον κάποια αφηρημένη μελλοντική συνθήκη, αλλά υπόθεση άμεσης προτεραιότητας, που όποιος επιθυμεί να συμμετέχει στο νέο γίγνεσθαι, οφείλει να προσαρμοστεί ταχύτατα. Σε αυτόν τον ψηφιακό μετασχηματισμό, υπάρχουν μετά βεβαιότητας ισχυρές προοπτικές για τον κλάδο των ακινήτων και ιδιαίτερα εκείνων των ακινήτων που επιδεικνύουν υψηλή προσαρμοστικότητα στις νέες συνθήκες, στην περιβαλλοντική βιωσιμότητα και στις επιδημιολογικές αλλαγές.
Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα όλων, αποτελούν τα ακίνητα του κλάδου της εφοδιαστικής αλυσίδας που φαίνεται να απορροφούν το μεγαλύτερο μέρος των επενδύσεων. Οι νέες απαιτήσεις και ο αυξημένος όγκος των ηλεκτρονικών συναλλαγών έχει ήδη οδηγήσει στην μετασκευή ακινήτων και στην αλλαγή χρήσης αυτών, ώστε να εξυπηρετούν τις ανάγκες της ραγδαίας ζήτησης στον χώρο των logistics.
Παρά ταύτα, οι ίδιοι παράγοντες της κτηματαγοράς, βλέπουν αβέβαιο το μέλλον των ακινήτων που προορίζονται για χρήση λιανεμπορίου και γραφείων. Γενικότερα, τα εμπορικά ακίνητα φαίνεται να έχουν χαμηλότερη προσαρμοστικότητα στις νέες συνθήκες. Ο λόγος είναι ότι, δύσκολα ο καταναλωτής θα πειστεί να μεταβεί σε ένα κατάστημα για να αγοράσει οτιδήποτε που θα μπορούσε να το προμηθευτεί διαδικτυακά, απολαμβάνοντας παράλληλα την άνεση και την ασφάλεια του σπιτιού του. Ταυτόχρονα όμως, υπάρχουν και εκείνες οι φωνές που δεν μπορούν να αγνοηθούν, που προβλέπουν πως με βάση την τυπική ανθρώπινη συμπεριφορική ανάγκη για κοινωνική αλληλοεπίδραση, αμέσως μετά την πανδημία, θα δούμε μια έκρηξη της επισκεψιμότητας στα καταστήματα λιανικής, όπως τα γνωρίζουμε μέχρι σήμερα.
Επίσης, διαπιστώνεται πως η κατηγορία των ακινήτων που θα επηρεαστεί περισσότερο είναι τα γραφεία και οι χώροι εργασίας, μιας και σε μεγάλο βαθμό θα αντικατασταθούν από ένα διαφορετικό μοντέλο που έχει αρχίσει ήδη να διαμορφώνεται. Οι γραφειακοί χώροι που δεν θα μπορούν να προσαρμοστούν σύμφωνα με τις νέες απαιτήσεις, πιθανόν να μείνουν εκτός χαρτοφυλακίων ζήτησης.
Παράλληλα, είναι βέβαιο, ότι οι χώροι κατοικίας μας από εδώ και πέρα θα αποκτήσουν και τον ρόλο του χώρου εργασίας. Η τηλεργασία δεν φαίνεται να είναι κάτι παροδικό. Πλέον ο χώρος όπου θα διαμένουμε πρέπει να προσφέρει συνδυασμό καλής ποιότητας ζωής, πρόσβαση μέσω νέων τεχνολογιών με την εργασία μας, αλλά και ασφαλές περιβάλλον από δυνητικές πανδημίες. Κατά συνέπεια, τα οικιστικά ακίνητα παραμένουν ψηλά στις προτιμήσεις των επενδυτών.
Η νέα πραγματικότητα δείχνει πως τα δεδομένα αλλάζουν. Οι επενδυτές πλέον αναζητούν ασφαλή επενδυτικά προϊόντα με σταθερά και μακροπρόθεσμα κέρδη. Τα ακίνητα εκείνα που θα έχουν τα χαρακτηριστικά της γρήγορης προσαρμοστικότητας σε συνθήκες νέων τεχνολογιών, μετασκευής και ότι άλλο απαιτεί η μετά-πανδημία εποχή θα αποτελούν αναμφισβήτητα πόλο έλξης για τους νέους επενδυτές.
Συνεπώς, αν οι βασικοί παίχτες προσαρμοστούν γρήγορα με τα νέα χαρακτηριστικά της εγχώριας κτηματαγοράς, όπως αυτή φαίνεται να διαμορφώνεται, θα δημιουργήσουν και το κατάλληλο κλίμα για σημαντικές επενδυτικές ευκαιρίες, τόσο από εγχώριους, όσο και από αλλοδαπούς επενδυτές.