Θυμάμαι, στην αρχή της πανδημίας η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων είχε συμμορφωθεί με τα περιοριστικά μέτρα. Οι Sunday Times εκείνες τις μέρες έγραφαν με έκπληξη, «Οι Έλληνες είναι δύσκολος λαός. Πάντα βρίσκουν μια δικαιολογία για να παραβιάζουν τους κανόνες, να αψηφούν τις προθεσμίες και να θέτουν το γενικό καλό σε δεύτερη μοίρα. Όμως με την κρίση του κορωνοϊού στην Ευρώπη δείχνουν μια σπάνια και νηφάλια πλευρά στην απείθαρχη φύση τους».
Ο ιδιαίτερος χαρακτήρας του Έλληνα, η νοοτροπία του, άλλοτε επιζήμια και άλλοτε δυναμική, αποτυπώνεται ποικιλοτρόπως μέσα από τα γραπτά και τα κείμενα διακεκριμένων διανοούμενων. O φιλόσοφος Κώστας Αξελός είχε κυκλοφορήσει το 1954 ένα πόνημα, που αναδημοσιεύθηκε αργότερα και στα ελληνικά, με τον τίτλο «Ο εμφύλιος πόλεμος της Ελλάδας». Στο πόνημά του έγραφε χαρακτηριστικά μεταξύ άλλων, «Οι Νεοέλληνες, καθώς αφομοιώνουν λίγο πολύ την ευρωπαϊκή σκέψη, συλλογίζονται µεν, αλλά δεν σκέπτονται. Η απουσία σκέψης συνιστά απουσία διαμόρφωσης και μορφής, κι έτσι ούτε το ψυχολογικό ούτε το κοινωνικό μπορούν να ξεπεραστούν. Οι σύγχρονοι Έλληνες μοιάζουν ανίκανοι να κατευθύνουν το δικό τους πεπερασμένο προς το άπειρο».
Ακόμη παλιότερα, ο Εντμόν Αμπού, Γάλλος δημοσιογράφος που εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, έγραφε σχεδόν πριν 150 χρόνια για τους Έλληνες, «Στους Έλληνες η αγάπη για την ελευθερία ισοδυναμεί και με περιφρόνηση στους νόμους και σε κάθε νόμιμη αρχή· Η αγάπη για την ισότητα εκδηλώνεται συχνά σαν άγρια ζήλια απέναντι σε όλους εκείνους που ξεχωρίζουν, ο κοντόφθαλμος πατριωτισμός γίνεται εγωισμός και το εμπορικό πνεύμα αγγίζει την απατεωνιά».
Όσο και να μας πληγώνει, δεν φαίνεται να είναι εντελώς αδικαιολόγητη η έκπληξη της Sunday Times για την τεράστια συμμόρφωση που επέδειξαν οι Έλληνες στα μέτρα κατά της πανδημίας, όπως δεν είναι και πάντοτε υπερβολές όσα παρατηρούν για τον χαρακτήρα των Ελλήνων. Ο βαθμός συμμόρφωσής μας ήταν μια έκπληξη, που στο άκουσμά της, ακόμη και εμάς τους ίδιους μας αιφνιδίαζε μεν, ευχάριστα δε.
Ποιοι είναι όμως οι πραγματικοί λόγοι που αρχικά οι περισσότεροι πειθάρχησαν στην τήρηση των υγειονομικών μέτρων; Η πανδημία βρήκε τους Έλληνες την στιγμή που ξεπερνούσαν μια σκληρή δεκαετή οικονομική κρίση. Δεν υπήρχαν περιθώρια για περαιτέρω εισοδηματικές απώλειες. Τα γρήγορα αντανακλαστικά της κυβέρνησης και τα τσουχτερά πρόστιμα που επέβαλε ήταν ο καλύτερος και μοναδικός μοχλός πίεσης για να πειθαρχήσουν στα περιοριστικά μέτρα. Μετά από μια μακρόχρονη οικονομική κρίση, η απώλεια ακόμη και λίγων χρημάτων φάνταζε εξαιρετικά επώδυνη για κάθε πορτοφόλι.
Ας μην παραβλέπουμε ωστόσο, ότι στην ελληνική κοινωνία σημαντικό ρόλο έχει ακόμη η οικογένεια. Η οικογένεια στην οποία αναπτύσσονται αρκετά έντονοι συναισθηματικοί δεσμοί. Διότι, είναι αλήθεια πως στο άκουσμα ενός θανατηφόρου ιού, κανείς δεν θα ήθελε να δει τους δικούς του ανθρώπους να αρρωσταίνουν και να χάνονται. Συνδυαστικά λοιπόν, με τον φόβο να δουν τα εισοδήματα τους να μειώνονται εξαιτίας κάποιου προστίμου, έρχεται να προστεθεί και η αγωνία του Έλληνα για την υγεία των δικών του ανθρώπων.
Βλέπουμε λοιπόν, πως οι Έλληνες στο πρώτο κύμα της πανδημίας πειθάρχησαν σε μεγάλο βαθμό από φόβο για να μην δουν παραπέρα μείωση στα εισοδήματα τους και φυσικά για να προστατέψουν τα αγαπημένα τους πρόσωπα.
Από τότε μέχρι και σήμερα έχουν περάσει περισσότερο από 500 ημέρες. Τα μέτρα, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, παρά την κόπωση, δεν έπαψαν ούτε στιγμή να εφαρμόζονται και η θέση του πρωθυπουργού για συνεχή εγρήγορση επαναλαμβάνεται διαρκώς, όπως φαίνεται άλλωστε και με πρόσφατη φράση του, δήλωση του. «Η χώρα δεν θα ξανακλείσει από τη στάση ορισμένων. Θα δώσει ελευθερία στους πολλούς. Και προστασία σε όλους. Γιατί δεν κινδυνεύει η Ελλάδα, αλλά οι ανεμβολίαστοι Έλληνες».
Τι συμβαίνει όμως και ορισμένοι Έλληνες δεν δείχνουν πλέον πρόθυμοι να καταλάβουν πως η πανδημία είναι ακόμη εδώ; Τι συμβαίνει και αγνοούν τον κίνδυνο; Δεν τους αγγίζουν άλλο τα πρόστιμα και τα περιοριστικά μέτρα; Τα περιοριστικά μέτρα και τα αντίστοιχα πρόστιμα που εξακολουθούν και παραμένουν στις ζωές μας για να θυμίζουν πως πρέπει να τα τηρούμε; Σε ένα βαθμό γίνεται αντιληπτό πως πρόκειται για μια δικαιολογημένη κόπωση που προέρχεται μετά από μια πολύμηνη δυσάρεστη κατάσταση. Παρόλα αυτά, η υγειονομική κρίση και όπως προειδοποιούν οι περισσότεροι ειδικοί συνεχίζει να υπάρχει και μάλιστα με τον ιό πολύ πιο μεταδοτικό από όσο τον γνωρίζαμε έως τώρα. Έπαψαν οι Έλληνες να ανησυχούν ακόμη και για την υγεία των αγαπημένων τους;
Η απάντηση βρίσκεται στην ψευδοευδαιμονία μιας εύπεπτης ιδεολογικής θολοκουλτούρας που προσφέρεται με ελαφρότητα και καταλήγει να γίνεται η αχίλλειος πτέρνα όσων φανερώνουν σημάδια κόπωσης από τα αναγκαστικά μέτρα διαρκείας. Είναι η παγίδα της «εύκολης λύσης» όσων επιζητούν ένα τρόπο διαφυγής από την δυσάρεστη πραγματικότητα. Είναι η αντιπολιτευτική τακτική σε μια πολιτική ευθύνης που υπόσχεται ανώδυνες και γρήγορες λύσεις, ψεύτικες ελπίδες χωρίς κόπο και προσπάθεια. Πρόκειται για την καθεστηκυία τάξη της μεταπολιτευτικής Ελλάδας, την μοναδική «νομιμοφροσύνη» που αναγνωρίζει το ψευδοπροοδευτικό σύστημα αξιών και έχει μπολιάσει στην ελληνική κοινωνία, που αγαπά να μισεί την ατομική ευθύνη.
Ο Σίγκμουντ Φρόυντ, Αυστριακός ψυχίατρος και θεμελιωτής της ψυχαναλυτικής σχολής, αναφερόταν στην έννοια της ευθύνης που συνδέεται αμφίδρομα με την έννοια της ελευθερίας, αν δεν είναι προϋπόθεσή της. “Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν θέλουν πραγματικά ελευθερία, επειδή η ελευθερία προϋποθέτει ανάληψη ευθύνης και οι περισσότεροι άνθρωποι τρέμουν την ανάληψη ευθύνης.” Η θέση και η στάση όσων αγαπούν την ελευθερία δεν μπορεί να είναι δίπλα στον κολεκτιβιστικό τρόπο σκέψης και σε επίπλαστες λύσεις, αλλά δίπλα στην αρετή της υπευθυνότητας.