Τώρα που έχει πέσει η σκόνη που σήκωσε η απεργία πείνας του Δημήτρη Κουφοντίνα, αναδεικνύονται αλήθειες για τον τρόπο σκέψης και για την άσκηση πολιτικής των κόμματων του ελληνικού κοινοβουλίου και ειδικότερα του κυβερνώντος κόμματος και της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Ο αμετανόητος τρομοκράτης και κατά συρροή δολοφόνος, Δημήτρης Κουφοντίνας, που έχει καταδικαστεί σε 11 φορές ισόβια και 25 χρόνια κάθειρξη για συμμετοχή στη τρομοκρατική οργάνωση «17 Νοέμβρη», έχει λάβει ουκ ολίγες φορές 48ωρες άδειες από τις φυλακές που κρατείται, απολαμβάνοντας με αυτόν τον τρόπο τα οφέλη της αστικής δημοκρατίας. Να σημειωθεί εδώ πως ο εβδομηνταεφτάχρονος σήμερα, Αλέξανδρος Γιωτόπουλος, που έχει επιλέξει όλα αυτά τα χρόνια, έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο αντιμετώπισης του εγκλεισμού του, έχει κάνει μέχρι σήμερα εννέα αιτήσεις για άδεια και έχουν απορριφθεί όλες. Επιπλέον, αίσθηση προκαλεί το γεγονός πως οι απεργίες πείνας που είχαν πραγματοποιήσει κατά καιρούς, τόσο ο ίδιος ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος, όσο και ο Δημήτρης Κουφοντίνας, διαμαρτυρόμενοι είτε για το καθεστώς απομόνωσης, είτε για οτιδήποτε άλλο, δεν είχαν απασχολήσει ποτέ ξανά τόσο έντονα την επικαιρότητα, όπως αυτή την τελευταία φορά.
Ποιος είναι όμως ο πραγματικός λόγος, που αυτή την φορά σε αντίθεση με όλες τις προηγούμενες, η απεργία πείνας του Δημήτρη Κουφοντίνα αναδείχθηκε ανάμεσα στα σημαντικότερα θέματα της επικαιρότητας και έγινε μάλιστα πεδίο οξείας πολιτικής αντιπαράθεσης;
Αναμφισβήτητα, ο σημαντικότερος λόγος είναι η πολιτική ένδεια της αξιωματικής αντιπολίτευσης, που άδραξε την ευκαιρία για να καλύψει το χαμένο έδαφος επιχειρώντας να εργαλειοποίησει το γεγονός. Πρόκειται για μια ξεκάθαρη τακτική της Κουμουνδούρου σε μια απέλπιδα προσπάθεια να επανέλθει από τον δημοσκοπικό κατήφορο και να εμφανισθεί ως υπερασπιστής του Κράτους Δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Στην πραγματικότητα δεν ενδιαφέρονται για κανένα Κράτος Δικαίου ή ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά για την πολιτική τους ανάνηψη και μόνο. Στο πρόσωπο του Κουφοντίνα, είδαν εκείνον που μπορεί να συμβολοποιηθεί ως φορέας της ψευδοεπαναστατικής πολιτικής τους. Δυστυχώς, για εκείνους, ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος δεν θα μπορούσε να υποστηρίξει περισσότερο το αφήγημα τους, έχοντας κάποιο ανάλογο ρόλο, μιας και εκείνος δεν ανέλαβε καμία «πολιτική ευθύνη», για να συμβολοποιηθεί αναλόγως. Συνεχίζει, συνεπώς να εκτίει την ποινή του, χωρίς άδειες ή άλλα προνόμια.
Στον αντίποδα, η κυβέρνηση δεν έκανε πίσω στα αιτήματα του Κουφοντίνα και επέλεξε πολύ σωστά να προστατέψει την δημοκρατία όπως οφείλει. Έστειλε ξεκάθαρο μήνυμα, πως η δημοκρατία δεν εκβιάζεται, αλλά ούτε και διαπραγματεύεται. Απέδειξε πως ο σεβασμός στο Κράτος Δικαίου υποδεικνύει πως δεν μπορεί κανένας πολίτης να έχει προνομιακή μεταχείριση, ακόμη και αν το ζητάει η αξιωματική αντιπολίτευση. Η κυβέρνηση έδειξε λοιπόν, πως δεν παρασύρεται από τα «εγκληματικά» στοιχεία της αριστεράς και τις μικροπολιτικές τακτικές. Αν κρίνουμε πλέον από το αποτέλεσμα, φαίνεται πως οι επιλογές και η στάση της κυβέρνησης, την δικαιώνουν μιας και ο Κυριάκος Μητσοτάκης με την κυβέρνηση του διαχειρίστηκαν την υπόθεση με βάση τον νόμο και όπως αυτός πρέπει να ισχύει για όλους.
Ο προβληματισμός ωστόσο, που πρέπει να έχουμε από την υπόθεση Κουφοντίνα και τον τρόπο διαχείρισης του, ειδικά από την αξιωματική αντιπολίτευση, είναι αν ωφελεί την δημοκρατία να επιτρέπουμε στους δημαγωγούς και τους λαϊκιστές να αποκτούν πρόσβαση στην εξουσία και να υποστηρίζονται από μερίδα των πολιτών, όταν είναι βέβαιο πως θα έρθει η μέρα που θα πυροδοτήσουν κάθε «μηχανισμό» που τους δίνει την δυνατότητα να πετύχουν τους σκοπούς τους, αδιαφορώντας για το Κράτος Δικαίου και την ευνομία.
Η αξιωματική αντιπολίτευση από την υπόθεση Κουφοντίνα μέχρι και την στάση της στην πανδημία ήταν επιτομή μιας Ελλάδας που κάθε έλλογος άνθρωπος επιθυμεί να αφήσει πίσω του. Κάλεσμα σε ανυπακοή, πορείες, κραυγές, ασύστολα fake news. Όλα αποτέλεσμα των εναγκαλισμών με το mainstream περιθώριο. Δυστυχώς, στη συνείδηση μεγάλης πλειονότητας των Ελλήνων θα μείνει ότι σε μια κρίσιμη περίοδο, όπως η πανδημία, η αξιωματική αντιπολίτευση και ο αρχηγός της, όχι μόνο δεν στήριξαν, αλλά υπονόμευσαν την εθνική προσπάθεια.
Το Κράτος Δικαίου (Rule of Law) κατά τον Αριστοτέλη συνοψίζεται στη φράση: «οὐκ ἔστι δὲ εὐνομία τὸ εὖ κεῖσθαι τοὺς νόμους, μὴ πείθεσθαι δέ» ,[Δεν είναι ευνομία το να υπάρχουν σωστοί νόμοι, αλλά να μην τους υπακούει κανείς]. Σε αυτά τα λόγια, κάθε υπεύθυνος πολίτης oφείλει να αντιλαμβάνεται πως η ευημερία του, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το ηθικό ανάστημα του εκάστοτε πρωθυπουργού και της κυβέρνησης του και δεν μπορεί να αφήνεται έρμαιο στα χέρια δημαγωγών και καιροσκόπων.