Επιφυλακτική αισιοδοξία από τις ασκήσεις φορολογικής ισορροπίας και επενδυτικών στόχων της κυβέρνησης

Photo Nattanan Kanchanaprat Pixabay

Έχουμε αναφερθεί ξανά από αυτή την στήλη για μια σειρά πλεονεκτημάτων που έχει το ελληνικό real estate σε σύγκριση με τις ανταγωνιστικές αγορές και πώς μπορεί επιπλέον να αποτελέσει εφαλτήριο ανάπτυξης για την ελληνική οικονομία εν γένει.

Πρώτα από όλα, η γεωπολιτική θέση της χώρας το καθιστά ένα από τα πιο σημαντικά κέντρα για το διεθνές εμπόριο, τη ναυτιλία και τον τουρισμό. Επίσης, το μεσογειακό κλίμα με απαλούς, υγρούς χειμώνες και ζεστά, ξηρά καλοκαίρια, δημιουργούν έναν ιδανικό προορισμό τόσο για διακοπές, αλλά πλέον και για εργασία. Ακόμη, αποτελεί σημείο υπεροχής, το γεγονός ότι οι μακροπρόθεσμες τάσεις για τις τιμές και τα ενοίκια των ακινήτων, δείχνουν πως εξακολουθούν να κινούνται σε χαμηλότερα επίπεδα, συγκριτικά πάντα με τον μέσο όρο της Ευρώπης των 27.

Σημαντικότερο πλεονέκτημα ωστόσο, δίνει η φιλο-επιχειρηματική πολιτική της κυβέρνησης που η ίδια φαίνεται να αντιλαμβάνεται την δύσκολη θέση στην οποία βρίσκεται και πως πρέπει να ισορροπήσει ανάμεσα στις ανάγκες που υπάρχουν για την δημιουργία αξιόλογου δημοσιονομικού χώρου και ενός θετικού κλίματος για την χώρα ως επενδυτικού προορισμού.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα, οι πρόσφατες μεταβολές σε μια σειρά φόρων που συνδέονται με τα ακίνητα όπως o ΕΝΦΙΑ, ο συμπληρωματικός ΕΝΦΙΑ φυσικών προσώπων, όπου εξετάζεται όπως έχει γίνει ήδη γνωστό, η κατάργηση του, ο φόρος μεταβίβασης ακινήτων (ΦΜΑ),  το Τέλος Ακίνητης Περιουσίας (ΤΑΠ), ο φόρος δωρεάς ακινήτων, ο φόρος γονικής παροχής ακινήτων, ο φόρος κληρονομιάς ακινήτων και αρκετοί ακόμη άλλοι φόροι. Ο βασικός στόχος δεν είναι άλλος από το να αγγίξουν τις εμπορικές τιμές και μέσω της επικαιροποίησης του συστήματος του αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας των ακινήτων, να διορθωθούν αδυναμίες του παρελθόντος.

Πιο συγκεκριμένα, το νέο σύστημα καλύπτει πλέον 13.808 ζώνες αντιπροσωπεύοντας το 98% του πληθυσμού από 85% που ήταν μέχρι τώρα, καθώς πολλές περιοχές της Επικράτειας ήταν εκτός συστήματος. Επιδίωξη της κυβέρνησης είναι η εξασφάλιση ενός δημοσιονομικού χώρου που σύμφωνα με εκτιμήσεις θα είναι της τάξης των 400 – 500 εκατ. ευρώ, ώστε μεταξύ άλλων να χρησιμοποιηθεί για την ακόμη μεγαλύτερη μείωση του ΕΝΦΙΑ στη μεσαία τάξη, όπως και άλλων συμπληρωματικών μειώσεων σε διάφορους φόρους.

Να σημειωθεί πως, οι παραπάνω μεταρρυθμίσεις πραγματοποιήθηκαν μετά από εισηγήσεις πιστοποιημένων εκτιμητών και κατά πάσα πιθανότητα εάν δεν επικρατούσαν έκτακτες συνθήκες λόγω της πανδημίας, ο πρόσθετος δημοσιονομικός χώρος που θα δημιουργούνταν, θα μπορούσε να αξιοποιηθεί και σε περισσότερες ελαφρύνσεις.

Είναι ξεκάθαρο πως, οι αλλαγές που προκύπτουν στον χάρτη της κτηματαγοράς έχουν ως προτεραιότητα αφενός να διορθώσουν στρεβλώσεις και αδικίες του παρελθόντος, διευρύνοντας την φορολογική βάση μέσω δικαιότερης κατανομής του ΕΝΦΙΑ και αφετέρου να πείσουν τους ενδιαφερόμενους πως η χώρα μας πλέον προσφέρει ένα δημοσιονομικά σταθερό περιβάλλον και παράλληλα αποτελεί έναν πραγματικά ανταγωνιστικό επενδυτικό προορισμό. Έτσι και αλλιώς, ο ίδιος ο πρωθυπουργός είχε δείξει τις προθέσεις της κυβέρνησης, όταν έχει πει πως η Ελλάδα δεν πρόκειται να γίνει ένας επενδυτικός προορισμός χαμηλού κόστους.

Σκέψεις υπάρχουν ωστόσο, για το κατά πόσο ήταν η κατάλληλη στιγμή για να πραγματοποιηθούν οι μεταβολές στις τιμές ζώνης και αν τα διαθέσιμα συγκριτικά δεδομένα ήταν επαρκή. Να μην ξεχνάμε πως αρκετά πρόσφατα, η χώρα πέρασε μια οικονομική κρίση και ακόμη διανύει μια αντίστοιχη υγειονομική με πολλαπλές συνέπειες που δεν αντικατοπτρίζουν την υγιή πραγματικότητα. Σκεπτικοί παρουσιάζονται επίσης και οι ενδιαφερόμενοι σχετικά με τον συμπληρωματικό ΕΝΦΙΑ. Ακόμη, υπάρχει έντονη ανησυχία και ερωτηματικά για το κατά πόσο θα πραγματοποιείται τακτική επικαιροποίηση των αντικειμενικών αξιών και ποιες θα είναι οι αντιδράσεις στις μεταβολές των τιμών και κατ’ επέκταση σε μια σειρά από φόρους. Η ουσία είναι πως, όποιες αντικειμενικές αδικίες εντοπιστούν, να διορθωθούν άμεσα και ταχύτατα και να μην αποτελέσουν ανασταλτικούς παράγοντες για τους επενδυτές.

Η πραγματικότητα ωστόσο, εξακολουθεί να καταγράφει αυξημένο ενδιαφέρον για τη ελληνική κτηματαγορά, τόσο για την κύρια κατοικία, όσο και για την δευτερεύουσα.  Οι ενδιαφερόμενοι εξακολουθούν να βολιδοσκοπούν τα δεδομένα και περιμένουν την κατάλληλη στιγμή για να κάνουν την κίνηση τους. Το μεγάλο στοίχημα βέβαια όπως έχουμε πει, δεν είναι άλλο από την δημιουργία του κατάλληλου επενδυτικού περιβάλλοντος που δεν θα αποθαρρύνει τους ενδιαφερόμενους αγοραστές. Η απλοποίηση των διαδικασιών, η φορολογική σταθερότητα και τα κεφάλαια είναι τα κύρια συστατικά για αυτό το πολυπόθητο ανταγωνιστικό, επενδυτικό περιβάλλον και το μοναδικό τρίπτυχο για μια επιτυχημένη συνταγή τόνωσης των επενδύσεων για το ελληνικό real estate.

Είναι δεδομένο, ότι η κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να κρατήσει ισορροπίες ανάμεσα στην δυσάρεστη πραγματικότητα και την φιλελευθεριάζουσα ατζέντα της, να επιδείξει ετοιμότητα, να έχει γρήγορες αντιδράσεις και φυσικά να αποφύγει ακροβατισμούς ανάμεσα στην πραγματικότητα και τους ευσεβοποθισμούς της.

Είμαι σίγουρος πως κάποιοι στην κυβέρνηση θα έχουν διαβάσει τον Murray Rothbard, τον μεγαλύτερο εκπρόσωπο της Αυστριακής Σχολής στην Αμερική που έλεγε πως η φορολογία είναι κλοπή. Όπως και είμαι σίγουρος, πως θα έχουν υπόψη τους τα λόγια του Άγγλου δραματουργού Christopher Bullock, ο οποίος έγραφε το 1713, πως «είναι αδύνατο να είμαστε βέβαιοι για κάτι εκτός από τον θάνατο και τους φόρους».

Μεταξύ αυτών των δυο αποφθεγμάτων που συνοψίζουν την πραγματικότητα, η κυβέρνηση καλείται με γρήγορους χειρισμούς να κρατήσει ισορροπίες. Το αισιόδοξο μήνυμα ωστόσο, είναι πως δείχνει  ικανή να «διαβάζει» τα δεδομένα, να θέτει ορθολογικούς στόχους και οι προθέσεις της φαίνεται να κινούνται προς την σωστή κατεύθυνση. Οι αξιώσεις, παρά τα ερωτηματικά, ώστε σύντομα να αποτελούμε έναν πραγματικά αξιόλογο επενδυτικό προορισμό παραμένουν ισχυρές.

Θωμάς Γαζής
Οικονομολόγος – Σύμβουλος Επιχειρήσεων - Δραστηριοποιείται στον χώρο του Real Estate (ΠΕΙΡΑΙΩΣ REAL ESTATE) - Πρώην Operations Manager ΚΕΦΙΜ