Με ένθερμους εναγκαλισμούς και χειραψίες αλλά και ενωμένες γροθιές, ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς, ο Γάλλος πρόεδρος Εμμανουέλ Μακρόν και ο πρωθυπουργός της Πολωνίας Ντόναλντ Τουσκ συναντήθηκαν σήμερα στην καγκελαρία στο Βερολίνο.
Με την σημερίνη τους συνάντηση, οι ηγέτες των χωρών του «Τριγώνου της Βαϊμάρης» έστειλαν σήμερα μήνυμα ενότητα και την αποφασιστικότητα για να συνεχίσουν να στηρίζουν στρατιωτικά, πολιτικά και οικονομικά την Ουκρανία.
Σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ απέφυγαν ωστόσο ζητήματα στα οποία διαπιστώνεται διαφορά προσέγγισης, όπως σε σχέση με τους πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς ή την παρουσία στρατιωτών του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία.
«Η αλληλεγγύη και η κοινή δράση είναι απολύτως αναγκαίες, προκειμένου να υπερασπιστούμε την ειρήνη και την ελευθερία στην Ευρώπη. Περισσότερο από ποτέ ισχύει ότι η δύναμή μας βρίσκεται στην συνοχή μας. Ειδικά στις τρεις χώρες μας αναλογεί αυξημένη ευθύνη», δήλωσε ο κ. Σολτς και ανακοίνωσε την «άμεση» αποστολή περισσότερων οπλικών συστημάτων στην Ουκρανία και την δημιουργία μιας «συμμαχίας νέων δυνατοτήτων» στο πλαίσιο του σχήματος του Ραμστάιν προκειμένου να εξασφαλιστούν περισσότερα πυρομαχικά για τις ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις – με συνεργασίες και εντός Ουκρανίας. «Βλέπετε, και οι τρεις το εννοούμε πραγματικά όταν μιλάμε για στήριξη της Ουκρανίας», είπε χαρακτηριστικά ο καγκελάριος,
Οι τρεις ηγέτες συμφώνησαν επίσης ότι η Δύση πρέπει να στηρίξει στρατιωτικά με περισσότερα οπλικά συστήματα την Ουκρανία σε επίπεδο «παγκόσμιας αγοράς», όπως τόνισε ο Όλαφ Σολτς, ενώ ταυτόχρονα η στήριξη της Ουκρανίας θα πρέπει να ενισχυθεί και στο πλαίσιο της ΕΕ.
«Δεν θα αναλάβουμε ποτέ καμία πρωτοβουλία που να οδηγεί σε κλιμάκωση» ανέφερε από την πλευρά του ο Γάλλος πρόεδρος Μακρόν τονίζοντας ωστόσο στη δική του δήλωση ότι: «θα κάνουμε τα πάντα για να μην κερδίσει τον πόλεμο η Ρωσία». Υπογράμμισε επίσης την κρισιμότητα της κατάστασης, επαναλαμβάνοντας αυτό που ανέφερε και στη χθεσινοβραδινή του συνέντευξη στη γαλλική τηλεόραση: «η ασφάλεια και το μέλλον μας διακυβεύεται στην Ουκρανία».
Πηγές: ΑΠΕ-ΜΠΕ, Deutsche Welle