Η νέα έκθεση της Eurostat για το 2024 φέρνει ξανά στο επίκεντρο τις έντονες μισθολογικές ανισότητες στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο μέσος ετήσιος μισθός πλήρους απασχόλησης στην ΕΕ ανήλθε στα 39.800 ευρώ, παρουσιάζοντας αύξηση 5,2% σε σχέση με το 2023. Ωστόσο, πίσω από αυτόν τον ευρωπαϊκό μέσο όρο κρύβονται μεγάλες διαφοροποιήσεις μεταξύ των κρατών-μελών. Στην κορυφή βρίσκονται χώρες όπως το Λουξεμβούργο με €83.000 και ακολουθούν η Δανία με €71.600 και η Ιρλανδία με €61.100, με ετήσιες αποδοχές πολλαπλάσιες του ευρωπαϊκού μέσου. Στον αντίποδα, η Ελλάδα καταγράφει για ακόμη μία χρονιά έναν από τους χαμηλότερους μισθούς στην Ευρώπη.
Με 18.000 ευρώ μέσο ετήσιο μισθό, η Ελλάδα βρίσκεται δεύτερη χειρότερη στην ΕΕ, ξεπερνώντας μόνο τη Βουλγαρία με €15.400, ενώ υπολείπεται ακόμη και χωρών με παρόμοιο επίπεδο οικονομικής ανάπτυξης, όπως η Ουγγαρίαμε €18.500. Η θέση αυτή δεν είναι τυχαία, αλλά αποτέλεσμα μιας σειράς διαρθρωτικών και οικονομικών παραγόντων που επιμένουν μέσα στον χρόνο.

Πρώτος και καθοριστικός παράγοντας είναι η πολυετής επίπτωση της οικονομικής κρίσης και των μνημονίων, που οδήγησαν σε σημαντικές περικοπές μισθών και αποδυνάμωση της αγοραστικής δύναμης. Παρά την οικονομική ανάκαμψη, οι μισθοί δεν κατάφεραν να επιστρέψουν στα προ κρίσης επίπεδα. Επιπλέον, η ελληνική αγορά εργασίας χαρακτηρίζεται από υψηλή παρουσία χαμηλά αμειβόμενων κλάδων, όπως ο τουρισμός και το λιανεμπόριο, που δεν επιτρέπουν την παραγωγή υψηλών εισοδημάτων.
Ένας ακόμη παράγοντας είναι η χαμηλή παραγωγικότητα της εργασίας σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές οικονομίες. Η έλλειψη επενδύσεων, ο βραδύς ψηφιακός μετασχηματισμός και η απουσία σύγχρονων υποδομών περιορίζουν τις δυνατότητες δημιουργίας ποιοτικών, καλά αμειβόμενων θέσεων εργασίας. Παράλληλα, η εκτεταμένη «διαρροή εγκεφάλων» των προηγούμενων ετών επιδείνωσε τη διαθεσιμότητα εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού.
Συνολικά, η δεύτερη χειρότερη θέση της Ελλάδας στους μισθούς δεν αντικατοπτρίζει μόνο τα οικονομικά δεδομένα του 2024, αλλά μια βαθύτερη και μακροχρόνια υστέρηση. Η βελτίωση της εικόνας απαιτεί στοχευμένες πολιτικές που θα ενισχύσουν την παραγωγικότητα, θα στηρίξουν την καινοτομία και θα δημιουργήσουν ένα περιβάλλον σταθερών και αξιοπρεπών αμοιβών.








