Ο «Κούλης», ο «δεν το ‘χει το παιδί», «είναι λίγος», η «χειρότερη κυβέρνηση της Μεταπολίτευσης», «Μητσοτάκη γ***σαι». Αυτό είναι το λεξιλόγιο και οι φράσεις που αποτέλεσαν για χρόνια, το κεντρικό αντιπολιτευτικό αφήγημα κάποιων πολιτικών αντιπάλων της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Λέξεις και φράσεις που ακούστηκαν τόσο από την αξιωματική αντιπολίτευση, αλλά ακόμη και από τα χείλη ορισμένων που για κάποιο περίεργο λόγο, αισθάνονται πως η παράταξη της ΝΔ τους ανήκει.
Κι όμως, ο «Κούλης», ο «δεν το ‘χει το παιδί» και η «χειρότερη κυβέρνηση της Μεταπολίτευσης» έχουν κερδίσει όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις από το 2019. Αυτή είναι η μοναδική πραγματικότητα. Και όπως συνηθίζεται, όποιος αγνοεί την πραγματικότητα είναι καταδικασμένος να υποστεί και τις συνέπειες.
Ο ελληνικός λαός κουράστηκε πια με την παροχολογία τους, τις κατηγορίες και τις ύβρεις. Η πλειοψηφία φαίνεται να απορρίπτει την τοξικότητα τους και τον μηδενισμό. Το μίσος και ο διχασμός τιμωρήθηκαν. Οι Έλληνες δεν ακολουθούν πλέον τις ψευδαισθήσεις και τις ιδεοληψίες εκείνων που πίστεψαν πως θα κάνουν αντιπολίτευση τάζοντας λαγούς με πετραχήλια, χωρίς μάλιστα να αποκαλύπτουν που θα βρουν τα λεφτά.
Ο κόσμος επέλεξε να επιβραβεύσει ακόμη περισσότερο την σοβαρότητα, την συνέπεια και την προσήλωση σε ένα προγραμματισμένο και μελετημένο σχέδιο, όπου θα οδηγήσει την χώρα σε μια κανονικότητα. Δεν αγνοεί τις παραλείψεις και τα λάθη, αλλά δίνει το στίγμα της επόμενης ημέρας. Τελειώνει με την παράνοια του λαϊκισμού και δίνει μια δεύτερη ευκαιρία για περισσότερες μεταρρυθμίσεις.
Κατά συνέπεια, η επόμενη ημέρα των εκλογών αφήνει ορισμένα θετικά και κάποια σημεία που πρέπει να επιστήσουμε την προσοχή μας.
Πρώτο και κυριότερο θετικό είναι, ότι υπάρχει μια ξεκάθαρη εντολή για πρόοδο. Επιπλέον, αναδεικνύεται μια τεράστια ανάγκη για μια σοβαρή αντιπολιτευτική φωνή. Και όπως αποτυπώθηκε από το εκλογικό αποτέλεσμα, την φωνή αυτή, ο κόσμος την ξαναβρίσκει στο ΠΑΣΟΚ. Το ΠΑΣΟΚ αποτελεί την αυθεντική δημοκρατική παράταξη και ο κόσμος είναι έτοιμος να του δώσει ακόμη πιο σημαντικό ρόλο. Έναν ρόλο που παραχώρησε για αρκετό καιρό στον ΣΥΡΙΖΑ και στον Αλέξη Τσίπρα, όπου δυστυχώς δεν αξιοποίησε επαρκώς.
Τολμώ να προβλέψω ότι ο πολιτικός θάνατος του μορφώματος ΣΥΡΙΖΑ πλησιάζει. Με μια πρώτη ματιά φαίνεται δηλαδή, πως ο τόπος ξεμπλέκει με την φαυλότητα και τον λαϊκισμό. Όμως, οι μετακινούμενες μεταπολιτευτικές «τερατογενέσεις» που πήραν μορφή στο παλιό ΠΑΣΟΚ και βρέθηκαν στον ΣΥΡΙΖΑ, ενδεχομένως να αναζητήσουν νέα πολιτική στέγη στο νέο ΠΑΣΟΚ. Χρέος του νέου ΠΑΣΟΚ είναι να τους «μεταγγίσει» την φιλοσοφία μιας σοβαρής και μετριοπαθούς ρητορικής, αξίας τόσο να αντιπολιτευτεί, όσο και να κυβερνήσει την χώρα. Διαφορετικά, υπάρχει ο κίνδυνος να επαναληφθεί η ιστορία ως φάρσα.
Ομοίως, μια μερίδα που αισθάνονται ότι κρατούν τα «κλειδιά» της γαλάζιας παράταξης και ταυτίστηκαν σε αρκετά σημεία με την ρητορική του ΣΥΡΙΖΑ, ενδεχομένως να παρουσιαστούν από εδώ και πέρα – «προς ίδιον όφελος» πάντα – «βασιλικότεροι του βασιλέως». Χρέος της φιλελεύθερης και πολυσυλλεκτικής Νέας Δημοκρατίας είναι να απομονώσει τέτοιες νοοτροπίες και να τους δώσει ξεκάθαρα το στίγμα της νέας πορείας.
Τόσο εκείνοι της «προοδευτικής παράταξης», όσο και η κατά φαντασίαν «κλειδοκράτορες» της γαλάζιας παράταξης, διακατέχονται από ένα κοινό χαρακτηριστικό. Η επηρμένη νοοτροπία τους, τους επιτρέπει να μιλάνε εξ ονόματος κάποιου λαού, έχοντας ένα αγνώστου ταυτότητας «πλεονέκτημα» έναντι των υπολοίπων. Τέτοιες νοοτροπίες κούρασαν και αποτελούν το θεμέλιο λίθο του λαϊκισμού.
Το εκλογικό σώμα όμως, έδωσε ξεκάθαρα το μήνυμα του. Κουράστηκε με τον λαϊκισμό. Ο λαϊκισμός δεν γοητεύει τα πλήθη πια. Απαιτεί μεταρρυθμίσεις. Αναζητά καλύτερους μισθούς, πρόοδο, θέσεις εργασίας, ασφάλεια και πάνω από όλα σταθερότητα. «Πλήρωσε» τον οικονομικό του αναλφαβητισμό και έμαθε.
Ωστόσο, η Νέα Δημοκρατία δεν πρέπει να έχει αυταπάτες. Τα λάθη και οι παραλείψεις της έχουν επισημανθεί εντόνως από τον κόσμο. Η δεύτερη ευκαιρία σε καμία περίπτωση δεν μεταφράζεται ως άγνοια της πραγματικότητας. Ο κόσμος δεν παραβλέπει όσα δεν έγιναν σωστά.