Οι δημογραφικές εξελίξεις της χώρας μας προβληματίζουν όλο και περισσότερο, καθώς τις τελευταίες δεκαετίες, o ελληνικός πληθυσμός συρρικνώνεται επικίνδυνα. Απόδειξη, τα στοιχεία, όπως φαίνονται και σε διάφορες μελέτες, είναι πλέον άκρως ανησυχητικά.
Μέσα σε μια δεκαετία (2011 -2021), ο πληθυσμός μειώθηκε κατά -4,0 % και ειδικότερα σε κάποιες περιοχές μειώνεται ταχύτερα. Χαρακτηριστικότερα παραδείγματα, ο νομός Γρεβενών με μείωση -16,1%, ο νομός Σερρών με -14,3% και ο νομός Ευρυτανίας με -13%. Ο νομός Ευρυτανίας μάλιστα, κατέχει τη θλιβερή πρωτιά ανάμεσα σε χίλιες και πλέον περιοχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με το υψηλότερο ποσοστό (78,3%) στον δείκτη εξάρτησης ηλικιωμένων.
Ο δείκτης εξάρτησης είναι ο αριθμός των εξαρτώμενων μελών που αντιστοιχεί στα παραγωγικά μέλη μιας κοινωνίας. Στην Ευρυτανία, όπου αναφέρθηκε προηγουμένως, αντιστοιχεί σχεδόν ένας ενήλικας σε ηλικία εργασίας για κάθε ηλικιωμένο που ζει στη περιοχή.
Δυστυχώς, η Ελλάδα είναι η πιο γερασμένη χώρα της ΕΕ και ολόκληρη η ΕΕ γερνάει επίσης με γοργούς ρυθμούς. Πρόκειται δηλαδή, για ένα μείζων πρόβλημα που ξεπερνάει τα ελληνικά σύνορα και επηρεάζει σε διαφορετικό βαθμό την κάθε χώρα. Για αυτό και κάθε αντιμετώπιση του προβλήματος με αποκλειστικά τοπικά χαρακτηριστικά θα ήταν προδιαγεγραμμένη αποτυχία. Με άλλα λόγια, η δραματική επιδείνωση του φαινομένου δεν οφείλεται στο γεγονός και μόνο πως κάποιες περιοχές είναι ορεινές, αραιοκατοικημένες ή αγροτικές. Περιοχές δηλαδή, με χαρακτηριστικά, που ωθούν τους νεότερους να εγκαταλείψουν τον τόπο τους για αναζητήσουν μια καλύτερη ζωή σε αστικές περιοχές της χώρας. Είναι ένα φαινόμενο που πλήττει το σύνολο των περιοχών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Οι προβλέψεις είναι αρκετά δυσοίωνες και ακόμη περισσότερο για τη χώρα μας, όπου οι εξελίξεις είναι πολύ πιο ραγδαίες. Η μείωση και η γήρανση του πληθυσμού όπως όλα δείχνουν θα συνεχιστεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε το έτος 2100, η Ελλάδα θα κατατάσσεται στην τρίτη χειρότερη θέση στην Ευρωζώνη.
Οι λόγοι και οι παράγοντες που κατατάσσουν το δημογραφικό σε υπ’ αριθμόν ένα πρόβλημα πολλοί και διάφοροί και έχουν αποτυπωθεί εκτεταμένα σε αρκετές μελέτες. Μεταβολή του φυσικού ισοζυγίου μεταξύ γεννήσεων και θανάτων, εξαιτίας της υπογεννητικότητας, αύξηση του προσδόκιμου ζωής και μεταναστευτική εκροή είναι οι κυριότερες αιτίες του φαινομένου.
Το ίδιο συμβαίνει και με τις επιπτώσεις, όπου ο καθένας δίνει τις δικές του ερμηνείες. Κάποιοι θεωρούν πως πρόκειται κυρίως για γεωπολιτικό πρόβλημα, άλλοι για εθνικό και κάποιοι άλλοι για συνταξιοδοτικό – ασφαλιστικό ή κοινωνικό.
Ωστόσο, η αλήθεια είναι ότι πρόκειται για όλα αυτά μαζί, αλλά κατά κύριο λόγο είναι ένα οικονομικό πρόβλημα. Υπάρχουν για παράδειγμα, χώρες όπου η οικονομική τους ανάπτυξη και ότι αυτό συνεπάγεται, δεν εξαρτάται από το μέγεθος του πληθυσμού της. Ούτε οφείλεται το πρόβλημα μόνο στην μείωση των γεννήσεων, μιας και στη χώρα μας τις τελευταίες δεκαετίες, οι Ελληνίδες και οι Έλληνες είχαν κατά μέσο όρο ένα με δυο παιδιά.
Ουσιαστικά, το δημογραφικό είναι ένα οικονομικό πρόβλημα που αφορά τη σχέση του ισοζυγίου γεννήσεων – θανάτων και του ισοζυγίου μεταναστευτικών εισροών – εκροών.
Κατά καιρούς έχουν ακουστεί διάφορες προτάσεις και μεταξύ αυτών, οικονομικά κίνητρα για νέους γονείς, όπως και η ενσωμάτωση των μεταναστών. Τα οικονομικά κίνητρα όμως πρέπει να είναι ουσιαστικά και όχι επιδόματα και ενισχύσεις μιας και είναι προσωρινές λύσεις που σε βάθος χρόνου επιβαρύνουν την οικονομία. Αλλά και οι μετανάστες που έρχονται στη χώρα μας, αποδεικνύεται πως όσοι τελικά παραμείνουν, με τον καιρό προσαρμόζονται με την ελληνική πραγματικότητα και στο τέλος κάνουν όσα παιδιά κάνουν και οι Έλληνες.
Υπάρχουν όμως πράγματα που μπορούμε να κάνουμε; Η απάντηση είναι ναι. Ναι, εφόσον γίνει ξεκάθαρο πως πρόκειται κυρίως για οικονομικό πρόβλημα με πολυεπίπεδες επιπτώσεις. Ναι, υπάρχουν λύσεις εφόσον αντιληφθούμε πως το πρόβλημα οφείλεται στην αύξηση του προσδόκιμου ζωής και στη μείωση των παραγωγικών πολιτών της χώρας σε σχέση με τους γηραιότερους. Ακόμη και οι ροές των μεταναστών που θα μπορούσαν να επιστρατευθούν για την επίλυση του προβλήματος, θα είχαν ουσιαστικό ρόλο, μόνο και εάν η χώρα μας ήταν ελκυστική στους μετανάστες νεότερης ηλικίας για να παραμείνουν και να φτιάξουν τις ζωές τους στη χώρα μας. Όπως δηλαδή συμβαίνει σε κάποιες ανεπτυγμένες χώρες (Αυστραλία, Καναδάς κλπ.), όπου προσελκύουν καταρτισμένους μετανάστες νεότερης ηλικίας.
Συνεπώς, τα επιδόματα και οι ενισχύσεις δεν μπορούν να είναι μακροπρόθεσμες λύσεις. Χρησιμότερες λύσεις θα είναι, οι άδειες πατρότητας και μητρότητας, η εργασιακή ασφάλεια όπως και οι ποιοτικές και δωρεάν υπηρεσίες προσχολικής αγωγής και φροντίδας. Ούτε βέβαια η ανεξέλεγκτη εισροή μεταναστών προσφέρεται ως λύση. Αντίθετα, η προσέλκυση νέων και καταρτισμένων μεταναστών και η ταυτόχρονη μείωση εκείνων που φεύγουν μετανάστες στο εξωτερικό, είναι κινήσεις που μπορούν να αλλάξουν τα δεδομένα.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα προτάσεων προς τη σωστή κατεύθυνση είναι οι κινήσεις του υπουργείου Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας και της αρμοδίου υπουργού, Σοφίας Ζαχαράκη για τη σύσταση «Παρατηρητήριου για τη δημογραφική πολιτική», ώστε να υπάρξει συντονισμένη καταγραφή όλων των δημογραφικών δεδομένων και στη συνέχεια να υπάρξουν ανάλογες προτάσεις επίλυσης.
Εξίσου αξιόλογες είναι και οι πρόσφατες προτάσεις του Βουλευτή Λευκάδας, Θανάση Καββαδά. Σημαντικά σημεία μεταξύ των προτάσεων είναι η Στήριξη της μητρότητας, όπου πέρα από την άμεση ενεργοποίηση του προγράμματος «Νταντάδες της γειτονιάς», που διασφαλίζει 40.000 νέες θέσεις νηπίων και τις 50.000 νέες θέσεις στους βρεφονηπιακούς σταθμούς, ζητάει να αναθεωρηθεί και το πλαίσιο για τη μητρότητα και την εργαζόμενη μητέρα.
Επίσης, αξιοσημείωτη είναι και η πρόταση για ουσιαστικά κίνητρα για να διατηρηθούν εστίες ζωής στα χωριά μας, όπως τα παραδοσιακά καφενεία που πρέπει να λειτουργούν με χαμηλό φορολογικό συντελεστή και μειωμένες ασφαλιστικές επιβαρύνσεις. Αναφορικά, με τη συγκεκριμένη πρόταση, ο Βουλευτής Λευκάδας έπειτα από την παρέμβασή του από το βήμα της Βουλής και επιστολή του στον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, κ. Κωστή Χατζηδάκη, πέτυχε την πλήρης εξαίρεση των παραδοσιακών καφενείων από την εφαρμογή του τεκμηρίου.
Παρόλα αυτά το δημογραφικό είναι ένα πρόβλημα που θα παραμένει και θα γίνεται χειρότερο, αν δεν κατανοήσουμε πως η λύση είναι η οικονομική ανάπτυξη, η τόνωση της ανταγωνιστικότητας και η μείωση του χρέους. Όσον αφορά τη μείωση του χρέους, τα νέα είναι ευχάριστα, μιας και σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, η χώρα μας καταγράφει τη μεγαλύτερη ετήσια μείωση του δημοσίου χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το δημογραφικό μπορεί να λυθεί, εαν και εφόσον αλλάξει η φιλοσοφία εκείνη με την οποία, θεωρούμε κάποιον ηλικιωμένο, ενώ στην πραγματικότητα μπορεί να παραμείνει ενεργός πολίτης. Αλλάζει, εφόσον αλλάξει η φιλοσοφία εκείνη που συνδέει τις συντάξεις με τους ηλικιωμένους και όχι με την παραγωγή και του νεότερους. Αλλάζει, εφόσον πάψει να υπονομεύεται η ανταγωνιστικότητα και δεν επιβαρύνονται άλλο οι επόμενες γενιές.
Το δημογραφικό μπορεί να λυθεί εάν μειωθούν οι εισφορές και επιλεχθεί ένα λιγότερο πατερναλιστικό σύστημα συνταξιοδότησης. Αλλάζει αν καταπολεμηθεί η φοροδιαφυγή από όπου και αν προέρχεται και ταυτόχρονα δοθούν κίνητρα ανάπτυξης στη λεγόμενη ραχοκοκαλιά της οικονομίας, που δεν είναι άλλη από τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Συνεπώς, η μεγαλύτερη πρόκληση για το εγγύς μέλλον είναι να κάνουμε την οικονομία μας άκρως ανταγωνιστική και ελκυστική, τόσο για τους νέους εργαζόμενους (Έλληνες και μετανάστες), όσο και για εκείνους που θα μπορούσαν να παραμείνουν περισσότερο ενεργοί. Σε διαφορετική περίπτωση, το κόστος που θα επέλθει, θα είναι πολυεπίπεδο και μη αναστρέψιμο.