Σε θετική πορεία βλέπουν να κινείται η ελληνική οικονομία, μετά την δημοσιονομική στήριξη, την εξέλιξη του κόστους δανεισμού καθώς και την οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας για το 2021, οι αναλυτές της Alpha Bank στο τελευταίο “εβδομαδιαίο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων”.
Τα μέτρα στήριξης της Κυβέρνησης
Συγκεκριμένα σύμφωνα με τις πρόσφατες ανακοινώσεις της Ελληνικής Κυβέρνησης, προστέθηκαν επιπλέον Ευρώ 2,5 δισ. στο πακέτο των έκτακτων μέτρων στήριξης των επιχειρήσεων και των εργαζομένων. Το σύνολο των δημοσιονομικών παρεμβάσεων εκτιμάται πλέον ότι θα ανέλθει σε Ευρώ 11,6 δισ., το τρέχον έτος, έναντι Ευρώ 7,5 δισ., όπως είχε αρχικά προβλεφθεί στον Προϋπολογισμό 2021. Υπενθυμίζεται ότι το ύψος των αντίστοιχων παρεμβάσεων που υλοποιήθηκαν εντός του 2020 διαμορφώθηκε σε Ευρώ 24 δισ., ενώ συνολικά για τη διετία 2020-2021, το ποσό διαμορφώνεται, στα Ευρώ 35,6 δισ..
Παράλληλα, το Ελληνικό Δημόσιο προχώρησε σε άντληση ρευστότητας από τις αγορές, ύψους Ευρώ 2,5 δισ., μέσω της έκδοσης 30ετούς ομολόγου, με διττό στόχο. Πρώτον, επιχειρεί να δημιουργήσει δημοσιονομικό χώρο για την περαιτέρω στήριξη της οικονομίας, μέσω συγκριτικά χαμηλού κόστους δανεισμού, και δεύτερον, ενισχύει τη φερεγγυότητα του Ελληνικού Δημοσίου, μέσω της επιμήκυνσης της καμπύλης αποδόσεων (yield curve) των τίτλων.
Επίσης, η αξιοπιστία της χώρας μας έναντι της διεθνούς επενδυτικής κοινότητας και των εταίρων μας, ενισχύεται έτι περαιτέρω από την πρόσφατη, πρόωρη αποπληρωμή τμήματος των υφιστάμενων δανείων που έχει λάβει η Ελλάδα από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ύψους Ευρώ 3,3 δισ.
Ελλείμματα των Γενικών Κυβερνήσεων στην πλειονότητα των κρατών-μελών της ΕΕ-27
Οι ευρωπαϊκές χώρες, στο σύνολό τους, υιοθέτησαν, κατά το περασμένο έτος, έκτακτα δημοσιονομικά μέτρα, με σκοπό τη στήριξη των οικονομιών τους και την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας Covid-19.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, τα ελλείμματα των Γενικών Κυβερνήσεων, το 2020, προβλέπεται ότι θα είναι υψηλότερα από τα αντίστοιχα που καταγράφηκαν, κατά τη διάρκεια της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2009, στην πλειονότητα των κρατών-μελών της ΕΕ-27.
Ως αποτέλεσμα των ανωτέρω εξελίξεων, στην ΕΕ-27, κατά μέσο όρο, το δημοσιονομικό έλλειμμα εκτιμάται ότι αυξήθηκε κατά περίπου 8 ποσοστιαίες μονάδες, το 2020, σε σύγκριση με το 2019 και αναμένεται να διαμορφωθεί σε -8,4% του ΑΕΠ.
Το αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης
Στη χώρα μας, έπειτα από τέσσερα έτη πλεονασμάτων (1,5% το 2019), το αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης αναμένεται, το 2020, βάσει των στοιχείων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, να είναι ελλειμματικό και να φτάσει το 6,9%. Σύμφωνα, ωστόσο, με τις εκτιμήσεις του Προϋπολογισμού 2021, το αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης του 2020 υπολογίζεται ότι έφτασε στο -9,9% του ΑΕΠ.
Η άνοδος των ελλειμμάτων και η παράλληλη πτώση της οικονομικής δραστηριότητας, το 2020, εξαιτίας της πανδημίας, ήταν οι κύριοι παράγοντες που οδήγησαν σε άνοδο του δημοσίου χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ. Αξίζει να σημειωθεί ότι, κατά μέσο όρο, στην Ευρωζώνη, ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ αναμένεται να διαμορφωθεί σε 102%, το 2020, που αποτελεί την υψηλότερη τιμή που έχει σημειωθεί στην ιστορία της, ενώ θα σταθεροποιηθεί σε υψηλά επίπεδα, τη διετία 2021-2022. Στο ένα τρίτο περίπου των κρατών-μελών της ΕΕ-27, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, εκτιμάται ότι θα σημειωθεί σταδιακή πτώση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ μέχρι το 2022.
Το δημόσιο χρέος στη χώρα μας αναμένεται να αυξηθεί σε 207,1%
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το δημόσιο χρέος στη χώρα μας αναμένεται να αυξηθεί σε 207,1%, το 2020, από 180,5%, το 2019, ενώ προβλέπεται να μειωθεί σε 194,8% του ΑΕΠ, μέχρι το 2022. Στον Προϋπολογισμό 2021, προβλέπεται αύξηση του λόγου του δημοσίου χρέους προς το ΑΕΠ, το 2020, σε 208,9% και αποκλιμάκωση, το 2021, σε 199,6%.
Η άνοδος του λόγου του δημοσίου χρέους προς το ΑΕΠ, το 2020, ωστόσο, εκτιμάται ότι προέκυψε, πρωτίστως, από τη συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας και, δευτερευόντως, από το πρωτογενές έλλειμμα της Γενικής Κυβέρνησης. Αντίστοιχα, η αναμενόμενη πτώση του δημοσίου χρέους, ως ποσοστό του ΑΕΠ, τη διετία 2021-2022, εκτιμάται ότι θα προκύψει από την ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας
Θετικό profile του ελληνικού δημοσίου χρέους
Παρά τον υψηλό λόγο χρέους προς ΑΕΠ, το 2020, το profile του ελληνικού δημοσίου χρέους παρέμεινε ευνοϊκό, λαμβάνοντας υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του. Συγκεκριμένα, η μέση σταθμισμένη ληκτότητα (maturity) του χρέους διαμορφώθηκε, το 2020, σε 20 έτη, σημαντικά υψηλότερη, σε σύγκριση με τις αντίστοιχες διάρκειες του χρέους ευρωπαϊκών χωρών, οι οποίες υλοποίησαν προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής εντός της τελευταίας δεκαετίας. Επιπρόσθετα, οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες του Ελληνικού Δημοσίου διαμορφώθηκαν, το 2020, σε 17,7% του ΑΕΠ, χαμηλότερα από τον αντίστοιχο μέσο όρο της ίδιας ομάδας χωρών.
Χαμηλό κόστος χρηματοδότησης
Παράλληλα, το κόστος χρηματοδότησης διαμορφώθηκε σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, καθώς η απόδοση του δεκαετούς ομολόγου του Ελληνικού Δημοσίου υποχώρησε κατά περίπου 80 μονάδες βάσης (μ.β.), το 2020, σε σύγκριση με το 2019, ενώ η διαφορά της απόδοσής του, σε σύγκριση με το δεκαετές κρατικό ομόλογο της Γερμανίας (spread), μειώθηκε κατά 45 μ.β., σε ετήσια βάση. Επιπρόσθετα, σε ό,τι αφορά στο μίγμα των κατόχων των ελληνικών κρατικών ομολόγων, σημειώνεται ότι ενισχύθηκε η παρουσία μακροπρόθεσμων, καθώς και ξένων επενδυτών.
Άνω του 78% του ελληνικού χρέους διακρατείται από πιστωτές του «επίσημου» τομέα, ενώ το 97% του χρέους αποτελείται από δάνεια σταθερού επιτοκίου, γεγονός που συνεπάγεται ότι περιορίζεται ο κίνδυνος από ενδεχόμενη μεταβλητότητα των επιτοκίων στο μέλλον (ΟΔΔΗΧ, “Στρατηγική Χρηματοδότησης Ελληνικού Δημοσίου 2021”, Δεκέμβριος 2020).
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι η πρόσβαση του Ελληνικού Δημοσίου στις αγορές διατηρήθηκε, παρά τις αναταραχές που προκάλεσε η πανδημική κρίση, καθώς, το 2020, αντλήθηκαν συνολικά κεφάλαια ύψους Ευρώ 12 δισ., μέσω 3 νέων εκδόσεων (7ετές, 10ετές, 15ετές).
Παρά τις δυσμενείς συνθήκες που επικράτησαν σε παγκόσμιο επίπεδο, ο διεθνής οίκος αξιολόγησης Moody’s αναβάθμισε το αξιόχρεο του Ελληνικού Δημοσίου, τον Νοέμβριο, σε Ba3, από B1, λαμβάνοντας υπόψιν την επίτευξη των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και τη βελτίωση των μακροπρόθεσμων προοπτικών ανάπτυξης της χώρας.
Δείτε εδώ ολόκληρη την Εβδομαδιαίο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων της Alpha Bank