Συμπληρώθηκαν σήμερα 30 χρόνια από τις 20 Ιουνίου του 1991, όταν πάρθηκε η απόφαση από την ομοσπονδιακή Βουλή της Γερμανίας, για την μετεγκατάσταση της πρωτεύουσας από την Βόννη, στο Βερολίνο. Οκτώ μόλις μήνες είχαν περάσει από τη γερμανική επανένωση, μετά από 45 ολόκληρα χρόνια με δύο Γερμανίες, την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία στα δυτικά, η οποία έχει ως πρωτεύουσα τη Βόννη από το 1949 και τη Λαοκρατική Δημοκρατία (πρώην Ανατολική Γερμανία).
Η Βόννη βρίσκεται στο δυτικό άκρο της χώρας, μόλις περίπου 100 χιλιόμετρα από τα ολλανδικά σύνορα και 230 χιλιόμετρα από τις Βρυξέλλες, την πρωτεύουσα της ΕΕ. Το επί δεκαετίες πολιτικό και ιδεολογικό χάσμα μεταξύ Δυτικής και Ανατολικής Γερμανίας, μεταξύ καπιταλιστικού και κομμουνιστικού συστήματος, δεν θα μπορούσε παρά να αφήσει ίχνη.
Μέσα σε αυτή την ατμόσφαιρα, οι 660 βουλευτές της ομοσπονδιακής βουλής στη Βόννη, κλήθηκαν σε ψηφοφορία στις 20 Ιουνίου του 1991, να λάβουν μια ιστορική απόφαση: Ποια θα είναι η πρωτεύουσα της επανενωμένης Γερμανίας; Η Βόννη ή το Βερολίνο;
Καθοριστικός ο ρόλος του τότε υπουργού εσωτερικών Β. Σόιμπλε
Το παρελθόν του Βερολίνου ήταν ιστορικά επιβαρυμένο για πολλούς βουλευτές, αλλά και τμήματα του γερμανικού πληθυσμού, δεδομένου ότι από εκεί ξεκίνησαν δύο παγκόσμιοι πόλεμοι και κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου έγινε διεθνές σύμβολο λόγω του Τείχους του Βερολίνου.
Λίγο πριν από την ψηφοφορία όλα συνηγορούσαν στο ότι η Βόννη θα λάμβανε τις περισσότερες ψήφους. Μια δημοσκόπηση έδινε 267 ψήφους υπέρ του Βερολίνου και 343 υπέρ της Βόννης. Όταν ήρθε η ώρα της ψηφοφορίας, μετά από συζήτηση 11 ωρών στην ολομέλεια, το Βερολίνο διασφάλισε την πρωτιά με μόλις 18 ψήφους περισσότερους, ήτοι 338 υπέρ και 320 κατά. Πολιτικοί αναλυτές της εποχής ανέφεραν, ότι το εντυπωσιακό αποτέλεσμα υπέρ του Βερολίνου οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην παρέμβαση Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
Στην ομιλία του υπέρ της μεταφοράς της πρωτεύουσας στο Βερολίνο, ο πρόεδρος σήμερα του γερμανικού κοινοβουλίου και τότε υπουργός Εσωτερικών επί καγκελαρίας Χέλμουτ Κολ υπογράμμισε τον εξέχοντα ρόλο του Βερολίνου στη δύσκολη πορεία επανένωσης των δύο Γερμανιών. Θύμισε στους βουλευτές ιστορικές στιγμές: την αερογέφυρα των δυτικών συμμάχων το 1948-1949 μετά τον αποκλεισμό της πόλης από τους Σοβιετικούς, τη λαϊκή εξέγερση στις 17 Ιουνίου του 1953, την κατασκευή του Τείχους τον Αύγουστο του 1961, την πτώση του στις 9 Νοεμβρίου του 1989 και τη Γερμανική Επανένωση στις 3 Οκτωβρίου του 1990. Κλείνοντας την ομιλία του ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε διερωτήθηκε: «Δεν νομίζω ότι θα μπορούσε να επανενωθεί η Γερμανία χωρίς το Βερολίνο και το ρόλο που διαδραμάτισε μεταπολεμικά». Εκατοντάδες βουλευτές τον χειροκρότησαν όρθιοι για πολλή ώρα. Υπέρ του Βερολίνου τάσσονταν ο τότε καγκελάριος Κολ, ο υπουργός Εξωτερικών Χανς Ντίτριχ Γκένσερ και οι κορυφαίοι σοσιαλδημοκράτες Βίλι Μπραντ και Χανς-Γιόχεν Φόγκελ.
Γκέρχαρντ Μπάουμ: H πρωτεύουσα της επανενωμένης Γερμανίας θα έπρεπε να παραμείνει στη Βόννη
Αμέσως μετά τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ανέβηκε στο βήμα ο πρώην υπουργός Εσωτερικών Γκέρχαρντ Μπάουμ, μέλος των Φιλελευθέρων. Συμφώνησε με τον προλαλήσαντα ότι το Βερολίνο είναι σύμβολο ελευθερίας, αλλά και κράτους δικαίου. Έθεσε ωστόσο το εξής ερώτημα στους βουλευτές: «Δεν είναι όμως και η Βόννη μια πόλη-σύμβολο μετά από 40 χρόνια επιτυχημένης δημοκρατίας, η οποία καταξίωσε διεθνώς την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας. Δεν είναι η πόλη που άνοιξε στην ουσία το δρόμο για την επανένωση Δυτικής και Ανατολικής Γερμανίας;» Ο 88χρονος πρώην πολιτικός θεωρεί ακόμα και σήμερα, 30 χρόνια μετά την ιστορική απόφαση της βουλής, ότι η πρωτεύουσα της επανενωμένης Γερμανίας θα έπρεπε να παραμείνει στη Βόννη: «Είμαι ακόμα και σήμερα της άποψης ότι το πολιτικό κλίμα που επικρατούσε επί δεκαετίες στη Βόννη ωφέλησε πολύ τη μεταπολεμική Γερμανία», δήλωσε ο παλαίμαχος πολιτικός στην DW.
culpanews με πληροφορίες από την Deutsche Welle